Posted by next_day | Posted in Μια Σταγόνα Ζωής | Posted on 5:01 μ.μ.
Τα λεπτά περνούσαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Δεν είχε πλέον αίσθηση του χρόνου. Δεν ήξερε τί ώρα ήταν, τί μέρα ήταν, δεν μπορούσε καν να καταλάβει αν βρισκόταν σπίτι του ή σε κάποιο σκοτεινό υπόγειο. Ο αέρας του δωματίου τον έπνιγε, οι ελάχιστοι θόρυβοι του τρυπούσαν τα αυτιά και το φώς του ήλιου του έσκιζε τα σωθικά. Έπρεπε να σηκωθεί, να κλείσει τα πατζούρια και να συνεχίσει να βυθίζεται σιγά σιγά στον λήθαργο του, μέχρι το τέλος να τον λυτρώσει.
Κατάφερε και στάθηκε στα πόδια του και με δυσκολία έσυρε αργά τα πόδια του μέχρι το παράθυρο. Και τότε αντίκρυσε το πιο αποτρόπαιο θέαμα! Τον εαυτό του.
Κοίταξε καλύτερα, ανοιγόκλεισε τα μάτια του, καθώς δεν μπορούε να πιστέψει ότι το είδωλο που καθρεφτιζόταν στο τζάμι, ήταν ο ίδιος. Πλησίασε, ακούπησε με τα ακροδάχτυλα την εικόνα του και έκλεισε τα μάτια του. Και τότε είδε όλα όσα του βασάνιζαν την καρδιά! Πώς γνώρισε εκείνη, πώς εξελίχθηκε η σχέση τους, πώς τις έκρυβε για μήνες το πιο βαθύ του μυστικό, πώς την πλήγωσε.
Έμεινε μπροστά στο τζάμι για αρκετή ώρα. Δεν ήθελε να αφήσει τις εικόνες που ξετυλίγονταν μπροστά του, δεν ήθελε να ξαναγύρισει στην κόλαση που του επέβαλλε το σώμα του. Ήταν τόσο γλυκιά η αίσθηση που ένιωθε, βλέποντας το πρόσωπο της, ταξιδεύοντας στις αναμνήσεις τους, ενθυμούμενος την πρώτη τους συνάντηση.....
Πηγαίνανε στο ίδιο σχολείο. Εκείνος, απο τα "ρεμάλια", τους "αλήτες", που δεν διάβαζαν και έκαναν κοπάνες και έμεναν στην ίδια τάξη, όχι επειδή δεν έγραφαν καλά στις εξετάσεις, αλλά απο τις απουσίες! Την περνούσε όχι μόνο μια τάξη, αλλά τρία περίπου χρόνια. Εκείνη, ντροπαλή, συνεσταλμένη, νεοφερμένη στο σχολείο, προσπαθούσε να γνωρίσει κόσμο, να κάνει νέες παρέες. Κάτι κλίκες του σχολείου που ήταν πολύ δυνατές κάτι που είχε απογοητευτεί και πρόσφατα απο μια "φίλη", δυσκολευόταν πολυ. Γνωστούς έκανε αμέσως, φίλους δυσκολεύοταν.
Κατάφερε και στάθηκε στα πόδια του και με δυσκολία έσυρε αργά τα πόδια του μέχρι το παράθυρο. Και τότε αντίκρυσε το πιο αποτρόπαιο θέαμα! Τον εαυτό του.
Κοίταξε καλύτερα, ανοιγόκλεισε τα μάτια του, καθώς δεν μπορούε να πιστέψει ότι το είδωλο που καθρεφτιζόταν στο τζάμι, ήταν ο ίδιος. Πλησίασε, ακούπησε με τα ακροδάχτυλα την εικόνα του και έκλεισε τα μάτια του. Και τότε είδε όλα όσα του βασάνιζαν την καρδιά! Πώς γνώρισε εκείνη, πώς εξελίχθηκε η σχέση τους, πώς τις έκρυβε για μήνες το πιο βαθύ του μυστικό, πώς την πλήγωσε.
Έμεινε μπροστά στο τζάμι για αρκετή ώρα. Δεν ήθελε να αφήσει τις εικόνες που ξετυλίγονταν μπροστά του, δεν ήθελε να ξαναγύρισει στην κόλαση που του επέβαλλε το σώμα του. Ήταν τόσο γλυκιά η αίσθηση που ένιωθε, βλέποντας το πρόσωπο της, ταξιδεύοντας στις αναμνήσεις τους, ενθυμούμενος την πρώτη τους συνάντηση.....
Πηγαίνανε στο ίδιο σχολείο. Εκείνος, απο τα "ρεμάλια", τους "αλήτες", που δεν διάβαζαν και έκαναν κοπάνες και έμεναν στην ίδια τάξη, όχι επειδή δεν έγραφαν καλά στις εξετάσεις, αλλά απο τις απουσίες! Την περνούσε όχι μόνο μια τάξη, αλλά τρία περίπου χρόνια. Εκείνη, ντροπαλή, συνεσταλμένη, νεοφερμένη στο σχολείο, προσπαθούσε να γνωρίσει κόσμο, να κάνει νέες παρέες. Κάτι κλίκες του σχολείου που ήταν πολύ δυνατές κάτι που είχε απογοητευτεί και πρόσφατα απο μια "φίλη", δυσκολευόταν πολυ. Γνωστούς έκανε αμέσως, φίλους δυσκολεύοταν.
Σε μια μονοήμερη εκδρομή του σχολείου, απο εκείνες που σε πάνε στο πιο κοντινό πάρκο της περιοχής, αποφάσισε η παρέα της να παίξει μπάσκετ. Χωριστήκανε, αλλά κάπου δεν τους έβγαιναν ισάριθμες ομάδες και αποφάσισαν να ζητήσουν απο την δική του παρέα μερικούς εθελοντές! Μερικοί σηκώθηκαν απρόθυμα, διαλέξανε ομάδα, αλλά και πάλι τους έλειπε ένα άτομο. Τότε την είδε! Δεν πρέπει να ήταν πάνω απο 1,56 κι όμως έδειχνε τόσο χαρούμενη και τόσο σίγουρη για τον εαυτό της! Τον κοίταξε και γέλασε δυνατά, σαν να άκουσε τις σκέψεις του, τον πλησίασε, του έδωσε το χέρι της και τον τράβηξε!
~Συνεχίζεται~